Η πρόληψη δευτερογενών επιπλοκών είναι ζωτικής σημασίας στη διαχείριση της Άλφα-Μαννοσίδωσης. Από την άποψη αυτή, μπορεί να γίνει σύσταση για προληπτικούς εμβολιασμούς λόγω της ανοσοανεπάρκειας10S.
Το ιατρικό ιστορικό θα πρέπει να λαμβάνεται μία ή δύο φορές ετησίως και να γίνεται έλεγχος για αριθμό και τύπο λοιμώξεων, ακοή, απώλεια βάρους, πονοκέφαλο, κόπωση, ευερεθιστότητα, κατάθλιψη, αλλαγές όσον αφορά τις κοινωνικές, οικιακές, σχολικές/εργασιακές δραστηριότητες, απόσταση βάδην; διάρροια, κοιλιακό άλγος, μυαλγία, πόνους στις αρθρώσεις ή μειωμένο εύρος κινήσεων, και πόνο στα οστά11S.
Με την ίδια συχνότητα συνιστάται να διενεργείται κλινική εξέταση που περιλαμβάνει ωτοσκόπηση, οφθαλμοσκόπηση, εξέταση του μεγέθους ήπατος και σπλήνας, καρδιά και πνεύμονες, εύρος κίνησης αρθρώσεων, βάδισμα, νευρολογική κατάσταση και ορθοπεδική εκτίμηση12.
Θα πρέπει επίσης να παρακολουθείται η ανάπτυξη με ιδιαίτερη προσοχή στην περιφέρεια της κεφαλής. Η ακοομέτρηση και η οφθαλμολογική εξέταση είναι απαραίτητες για τον εντοπισμό τυχόν θόλωσης του κερατοειδούς, μυωπίας, υπερμετρωπίας και στραβισμού. Η νευροψυχολογική εξέταση μπορεί να προσδιορίσει το λειτουργικό επίπεδο. Τέλος, συνιστάται πλήρης αιματολογικός έλεγχος και αξιολόγηση της κατάστασης του σκελετού με απλές ακτινογραφίες (κεφαλής, γονάτων, σπονδυλικής στήλης και συμπτωματικών περιοχών), καθώς και μέτρηση της οστικής πυκνότητας (ανά 2-5 έτη ώστε να εξετάζεται η οστεοπενία) και υπολογιστική τομογραφία εγκεφάλου (για την αξιολόγηση του μεγέθους των κοιλίων και του σχήματος και του μεγέθους του εγκεφαλικού φλοιού όταν υπάρχουν ενδείξεις και συμπτώματα υδροκεφαλίας)12.
Συνεπώς, η ιατρική διαχείριση ασθενών με Άλφα-Μαννοσίδωση είναι περίπλοκη και απαιτεί τη συνεργασία μεγάλου εύρους εμπειρογνωμόνων.